Ακόμα και την Τρίτη, μέρα της κάλπης για τις προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ, οι δημοσκοπήσεις και οι προβλέψεις βρίσκονταν «στα όρια του στατιστικού λάθους». Το πολύ να έδιναν ένα μικρό, κάποιες φορές ελάχιστο, προβάδισμα σε έναν από τους δυο διεκδικητές, την αντιπρόεδρο Καμάλα Χάρις για τους Δημοκρατικούς και τον Ντόναλντ Τραμπ για τους Ρεπουμπλικάνους. Όλοι οι αναλυτές σχολιάζουν αυτό το φαινόμενο μιλώντας για το «μεγάλο διχασμό» της αμερικάνικης κοινωνίας.
Πίσω από τέτοιες διαπιστώσεις βρίσκεται ένα βασικό γεγονός: η Προεδρία Μπάιντεν και το Δημοκρατικό κόμμα δεν κατάφεραν να προσφέρουν το παραμικρό στους αγώνες και τα κινήματα που είχαν οδηγήσει στην ήττα του Τραμπ πριν από τέσσερα χρόνια. Όχι μόνο δεν στήριξαν ούτε τους απεργούς, ούτε τις γυναίκες ούτε το αντιρατσιστικό κίνημα, αλλά έφτασαν να συγκρούονται και με το κίνημα αλληλεγγύης στην Παλαιστίνη που φούντωσε στους δρόμους και στα Πανεπιστήμια. Αυτό άνοιξε την πόρτα για να διεκδικεί ο Τραμπ την επιστροφή του.
Όταν πριν τέσσερα χρόνια κέρδιζε τις εκλογές ο Μπάιντεν, οι αναλύσεις είχαν πολύ διαφορετικό τόνο. Το «διάλειμμα» του Τραμπ είχε τελειώσει, η επίθεση των ακροδεξιών οπαδών του στο Καπιτώλιο (την έδρα του Κογκρέσου) στην Ουάσιγκτον είχε αποτύχει και η υπερδύναμη με επικεφαλής τους Δημοκρατικούς θα έμπαινε σε μια νέα φάση ανάπτυξης σταθεροποιώντας ταυτόχρονα το σύστημα παγκόσμια. Όλες αυτές οι προβλέψεις διαψεύστηκαν.
Έτσι φτάσαμε στο σημείο, όταν ο Τραμπ κατόρθωσε να πάρει το χρίσμα των Ρεπουμπλικάνων, οι αρχικές προβλέψεις να μιλάνε για άνετη επικράτησή του. Ο Μπάιντεν από «Νέστωρας» μιας προοδευτικής πολιτικής έγινε ο πρόεδρος που έχανε τα λόγια του στα όρια της άνοιας. Η παραίτησή του από τη διεκδίκηση της προεδρίας και η επιλογή της Χάρις, υποτίθεται, ότι έδωσε διέξοδο για τους Δημοκρατικούς. Ξαφνικά, οι προβλέψεις -και οι δημοσκοπήσεις έδειχναν ότι η Χάρις κάλυπτε τη διαφορά με τον Τραμπ και σε ορισμένες περιπτώσεις τον ξεπερνούσε.
Γιατί, όμως, σήμερα το αποτέλεσμα είναι ξανά αμφίρροπο; Η απάντηση είναι ότι η Χάρις και η καμπάνια της άφησαν τον Τραμπ να ορίζει την ατζέντα των εκλογών. Αυτό δεν είναι πουθενά πιο σαφές από ότι στο θέμα της μετανάστευσης.
Ρατσισμός και σεξισμός
Ο Τραμπ έχει ορκιστεί να πραγματοποιήσει «τη μεγαλύτερη επιχείρηση απελάσεων στην ιστορία των ΗΠΑ» και έχει ζητήσει αποκλεισμό κάθε πρόσφυγα που ταξιδεύει στις ΗΠΑ. Έχει υποσχεθεί να πετάξει έξω από τη χώρα «κάθε φοιτητή που διαμαρτύρεται» και να «απελάσει τους ριζοσπάστες που υποστηρίζουν τη Χαμάς», ένας κωδικός για τους διαδηλωτές υπέρ της Παλαιστίνης. Και υποσχέθηκε να «ολοκληρώσει το χτίσιμο του τείχους» -αναφερόμενος στο τείχος στα σύνορα μεταξύ των ΗΠΑ και του Μεξικού.
Αντί να αντιμετωπίσει τον άθλιο ρατσισμό του Τραμπ, η Χάρις τον αντανακλά. Σε μια εκδήλωση επέκρινε τον Τραμπ ότι δεν κάνει αρκετά για να «διορθώσει το πρόβλημα» της μετανάστευσης. Πανηγύρισε ότι «από τότε που ο Τραμπ έπαψε να είναι πρόεδρος είχαμε λιγότερους μετανάστες χωρίς χαρτιά και παράνομη μετανάστευση». Η Χάρις επέκρινε τον Τραμπ για την κατασκευή μόνο του «περίπου 2%» του τείχους στα σύνορα ΗΠΑ-Μεξικού. Όταν πιέστηκε από έναν δημοσιογράφο σχετικά με το αν το τείχος του Τραμπ ήταν ένα έργο ματαιοδοξίας, απάντησε: «Δεν φοβάμαι τις καλές ιδέες απ’ όπου κι αν εμφανίζονται».
Η απάντηση της Χάρις στην ερώτηση τι την κάνει να διαφέρει από τον Τζο Μπάιντεν δείχνει πού καταλήγει αυτή η στρατηγική. Απάντησε: «Σκοπεύω να έχω έναν Ρεπουμπλικάνο στο υπουργικό μου συμβούλιο -αυτή θα είναι μία από τις διαφορές».
Ένα από τα ζητήματα που έχει κοστίσει στον Τραμπ είναι ο αβυσσαλέος σεξισμός του ίδιου και όλου του κόμματος των Ρεπουμπλικάνων και οι λυσσαλέες επιθέσεις τους στο δικαίωμα στην άμβλωση. Επί προεδρίας του άλλαξε τη σύνθεση του Ανώτατου Δικαστηρίου το οποίο στη συνέχεια ανέτρεψε την απόφαση Roe vs Wade του 1973 που κατοχύρωνε αυτό το δικαίωμα και ήταν μια μεγάλη νίκη του κινήματος για την απελευθέρωση των γυναικών.
Όμως, η πλειοψηφία δεν στηρίζει αυτές τις σεξιστικές επιθέσεις. Μάλιστα, σύμφωνα με μια δημοσκόπηση του Reuters/Ipsos τον Αύγουστο το 34% των Ρεπουμπλικάνων τάσσεται υπέρ της προστασίας και της επέκτασης του δικαιώματος στην άμβλωση. Γι’ αυτό η Χάρις έχει «σηκώσει» το ζήτημα, παριστάνοντας την προστάτιδα των γυναικών και ο Τραμπ προσπαθεί να το βάλει κάτω από το χαλί.
Όμως, και σ’ αυτό το ζήτημα υπάρχει σύγκλιση των Δημοκρατικών και των Ρεπουμπλικάνων. Η Έλεν, συντονίστρια της Πανεθνικής Καμπάνιας για τα Αναπαραγωγικά Δικαιώματα, χαρακτήρισε, σε συνέντευξή της στην εφημερίδα Socialist Worker του Λονδίνου, τις υποσχέσεις της Χάρις ως «πολύ αδύναμες και πρακτικά ανούσιες».
«Η Χάρις λέει ότι αν μια Ρεπουμπλικανική Γερουσία περάσει έναν νόμο που επιτίθεται στα δικαιώματα των αμβλώσεων, τότε δεν θα τον υπογράψει», είπε. «Αλλά αυτό είναι το λιγότερο που θα έπρεπε να κάνει. Οι Δημοκρατικοί θέτουν το δικαίωμα στην άμβλωση ως το καθοριστικό προεκλογικό θέμα, αλλά στη συνέχεια δεν κάνουν τίποτα. Αυτό τροφοδοτεί τεράστιο κυνισμό. Κάποιοι άνθρωποι που ψηφίζουν τον Τραμπ υποστήριζαν προηγουμένως τους Δημοκρατικούς, αλλά βλέπουν ότι έκαναν πολύ λίγα πράγματα προς όφελός τους».
Ισχυρό μαζικό κίνημα
Η Έλεν είπε ότι υπάρχει «μεγάλο πρόβλημα» με το να μένει ο αγώνας για τα δικαιώματα των αμβλώσεων απλά και μόνο σε μια ψήφο υπέρ των Δημοκρατικών. Υπάρχει μια άποψη του τύπου «αφήστε το στους πολιτικούς, αυτοί ξέρουν καλύτερα, απλά κάντε δωρεές και αυτό είναι το μόνο που χρειάζεται να κάνετε», είπε. «Ζω στην Πολιτεία της Ουάσιγκτον, η οποία έχει κατοχυρώσει τις αμβλώσεις, αλλά στο μεγαλύτερο μέρος της Πολιτείας δεν υπάρχουν κλινικές που να πραγματοποιούν αμβλώσεις. Η απάντηση πρέπει να είναι ένα πολύ ισχυρό μαζικό κίνημα που δεν θα εξαρτάται από κανένα κόμμα ως πρωταρχική εστίαση για την επανάκτηση των αναπαραγωγικών δικαιωμάτων», συνέχισε.
Κατά τη διάρκεια των τεσσάρων ετών της θητείας του, ο Μπάιντεν έκανε ελάχιστα για να απαλύνει τον οικονομικό πόνο που πλήττει τους εργάτες και τους φτωχούς. Περισσότερο από ποτέ, παλεύουν με την εκτίναξη του κόστους στέγασης, της υγείας και των τροφίμων. Και δεν είναι μόνο αυτοί οι παράγοντες που έχουν φέρει τους Δημοκρατικούς σ’ αυτή την κατάσταση.
Το κίνημα αλληλεγγύης στην Παλαιστίνη έχει βγει ορμητικά στο προσκήνιο. Για εκατομμύρια ανθρώπους στις ΗΠΑ, ιδιαίτερα νεολαία, ο Μπάιντεν είναι ο «Genocide Joe» που στηρίζει τα εγκλήματα του Ισραήλ στη Γάζα και τώρα στο Λίβανο. Η Χάρις συνεχίζει στα ίδια χνάρια.
Παρ' όλα αυτά, προσωπικότητες όπως ο Μπέρνι Σάντερς και η Αλεξάνδρα Οκάσιο-Κορτές, στοιχίζονται πρώτα πίσω από τον Μπάιντεν και τώρα πίσω από τη Χάρις. Αυτό δείχνει ότι η αριστερά των Δημοκρατικών δεν προσφέρει τίποτα στον κόσμο που παλεύει. Ο εγκλωβισμός στο Δημοκρατικό Κόμμα υπονομεύει κάθε δυνατότητα πραγματικής καταπολέμησης της δεξιάς.
Η γνήσια Αριστερά δεν θα νικήσει τη Δεξιά θυσιάζοντας τη δική της ανεξάρτητη δύναμη για να υποστηρίξει πολιτικούς που απέχουν μόνο λίγα βήματα από τον Τραμπ. Αντίθετα, η ελπίδα για πραγματική αλλαγή βρίσκεται σε ένα μαζικό κίνημα από τα κάτω -και σε μια Αριστερά που δεν κοιτάζει προς τους Δημοκρατικούς.
Η ελπίδα βρίσκεται στο δυνάμωμα των αγώνων και των κινημάτων που έχουν συγκλονίσει τις ΗΠΑ όλα τα τελευταία χρόνια. Από το Black Lives Matter μέχρι το κίνημα αλληλεγγύης στην Παλαιστίνη, που θυμίζει το κίνημα ενάντια στον πόλεμο του Βιετνάμ τη δεκαετία του ’60, τότε που η Αριστερά στις ΗΠΑ έκανε βήματα μπροστά. Αυτός είναι ο δρόμος για την Αριστερά, από τους αγώνες των γυναικών μέχρι τις απεργίες που ξεδιπλώνονται ξανά.
Αυτές τις μέρες οι απεργοί της Boeing ψηφίζουν αν θα αποδεχθούν μια νέα πρόταση της εργοδοσίας για τη σύμβασή τους. Απεργούν με αίτημα αυξήσεις πάνω από 40%. Και δεν είναι οι μόνοι. Οι εργατικοί χώροι βράζουν. Ιστορικά, η Αριστερά στις ΗΠΑ έχει δει τις σημαντικότερες στιγμές της σε περιόδους που η εργατική τάξη περνάει στην αντεπίθεση, όπως φάνηκε και στη δεκαετία του 1930 και του 1960. Αλλά η σύμπλευση με το Δημοκρατικό Κόμμα δεν μπορεί να δώσει λύση.